γυμνὰ
γυμνάδδομαι
γυμνάζω
γυμνάς
γυμνᾰσία
γυμνᾰσιαρχία
γυμνᾰσιαρχικός
γυμνᾰσιάρχης
γυμνᾰσίαρχος
γυμνᾰσιαρχέω
γυμνᾰσιώδης
γυμνάσιον
γύμνασμα
γυμναστική
γυμναστικός
γυμναστής
Lemmas:
Parallel words:
In subcorpus: Show more ▼
Concordance: