DHonorare

  • Texts
    • Тре́бникъ
    • Bible
    • Letter of Aristeas
  • Search
  • Lexicon
    • Greek Lexicon
    • Church Slavonic lexicon
  • Frequencies
    • Frequencies wordforms
    • Frequencies lexemes
    • Statistic wordforms
  • Slavic dictionaries
    • Dyachenko G. Slavic dictionary
    • Sedakova O. Slavic dictionary
  • About
Mainpage > Lexicon > Greek > мири
 

μοίρη

μηρίᾶ

μυριάδας

μυριάδων

μυριάδες

μῡριάκις

μῡριάμφορος

Μῡριανδρικός

μῡρίανδρος

μῡριάρχης

μῡρίαρχος

μυριάς

μήρυγμα

μοιρηγενής

μῠρίδιον

μοιρίδιος

μηρίζω

μύριοι

μηρῡκάζω

μηρῡκάομαι

μῠρίκη

μῠρίκῐνος

μῠρῑκίνεος

μηρυκισμὸν

μηρυκισμός

μήρυξ

μήρῡμα

Μύρῑνα

Μῠρίνη

μύρινος

μήρινθος

Μῠρῑναῖος

μῡρίῳ

μῡριόβοιος

μῡριόδους

μῡριόκαρπος

μῡριόκρᾱνος

μῡριόλεκτος

μῡριόμορφος

μυριόμοχθος

μηρύομαι

μηρίον

μῡριόναυς

μῡριόνταρχος

μῡριώνῠμος

μηριόνης

μῡριόνεκρος

μῡριοπλάσιος

μῡριοπληθής

μῡριόπλεθρος

μῡριωπός

μοίριος

μῡριοστημόριον

μῡριοστύς

μῡριοστός

μῠριοτευχής

μῡριοφόρος

μῡριόφορτος

μῡρίπνοος

μῠρηρός

Μύροις

μηριαῖα

μῡριετής

Language: Greek

мири

Древнегреческо-русский словарь Дворецкого:
μοίρη
μοίρη ἡ ион. = μοῖρα.
© ИА "ВОДА ЖИВАЯ". Проект "DHonorare", 2018-2025
Разработка сайта: Sajgak