DHonorare

  • Texts
    • Тре́бникъ
    • Bible
    • Letter of Aristeas
  • Search
  • Lexicon
    • Greek Lexicon
    • Church Slavonic lexicon
  • Frequencies
    • Frequencies wordforms
    • Frequencies lexemes
    • Statistic wordforms
  • Slavic dictionaries
    • Dyachenko G. Slavic dictionary
    • Sedakova O. Slavic dictionary
  • About
Mainpage > Lexicon > Greek > аки
 

ἁκεῖ

ἀκίβδηλος

ἀκῠβέρνητος

ἀκήδεια

ἀκηδιάω

ἀκηδής

ἀκιδνός

ἀκίδρας

Ἀκίδουσα

ἀκηδέω

ἀκήδεστος

ἀκήδευτος

ἄκῑκυς

ἀκήκοα

ἀκηκόασιν

ἀκηκοέναι

ἀκηλίδωτον

ἀκηλίδωτος

ἀκύλιστος

ἀκήλητος

ἀκύλος

Ἀκίλαι

ἄκημα

ἀκύμαντος

ἀκοίμιστος

ἀκοίμητος

ἀκύμων

ἄκῡμος

ἀκήν

ἀκῑνάκης

ἀκίνδῡνος

ἀκῑνησία

ἀκῑνητίζω

ἀκίνητος

ἀκῑνητέω

ἀκοινώνᾱτος

ἀκοινωνία

ἀκοινωνησία

ἀκοινώνητος

ἀκοινονόητος

ἀκειόμενος

ἄκῐος

ἀκηράσιος

ἀκήρατος

ἀκηρυκτεί

ἀκήρυκτος

ἀκήριος

ἀκῡρόω

ἄκῡρος

ἀκηρότατος

ἀκήρωτος

ἀκειρεκόμης

Ἄκης

ἀκοίτης

ἀκίθᾰρις

ἀκύθηρος

ἀκίχητος

ἀκηχέδαται

Language: Greek

аки

Древнегреческо-русский словарь Дворецкого:
ἁκεῖ
ἁκεῖ Arph. = ἃ ἐκεῖ.
© ИА "ВОДА ЖИВАЯ". Проект "DHonorare", 2018-2025
Разработка сайта: Sajgak