DHonorare

  • Texts
    • Тре́бникъ
    • Bible
    • Letter of Aristeas
  • Search
  • Lexicon
    • Greek Lexicon
    • Church Slavonic lexicon
  • Frequencies
    • Frequencies wordforms
    • Frequencies lexemes
    • Statistic wordforms
  • Slavic dictionaries
    • Dyachenko G. Slavic dictionary
    • Sedakova O. Slavic dictionary
  • About
Mainpage > Lexicon > Greek > эсф
 

ἔσθ᾽

ἔσθ᾽ ὅτε

ἐσφάγην

ἔσφᾱλα

ἐσφαλμένως

αἰσθάνομαι

ἐσθάς

ἐσφάχθην

ἐσθίει

αἴσθημα

ἕσθην

ἐσφίγχθαι

ἐσθίω

ἐσθής

αἰσθήσει

αἴσθησις

αἰσθήσεων

αἰσθητικός

αἰσθητήριον

αἰσθητής

αἰσθητόν

αἰσθητός

ἐσθλά

ἐσθλόν

ἐσθλός

ἐσθλότης

ἔσθω

ἐσφο-

αἴσθομαι

ἐσθορεῖν

ἔσθος

ἕσθαι

ἐσφέρω

Language: Greek

эсф

Древнегреческо-русский словарь Дворецкого:
ἔσθ᾽
ἔσθ᾽ (= ἐστ᾽, т. е. ἐστί, ἐστέ, ἔστε) перед густым придыханием.

© ИА "ВОДА ЖИВАЯ". Проект "DHonorare", 2018-2025
Разработка сайта: Sajgak