ἔστω
ἐστοξεύω
ἐστολίζετο
ἐστολισμένοι
ἐστολισμένος
ἐστολισμένους
ἐστόλισεν
ἐστόν
ἕστωρ
ἑστώς
ἑστῶσα
Ἔστωσαν
ἑστῶτα
ἑστῶτας
ἑστώτων
ἑστῶτος
ἑστῶτες
Lemmas:
In subcorpus: Show more ▼
Concordance: