Language: Greek

фэрмансис

Древнегреческо-русский словарь Дворецкого:
θέρμανσις
θέρμανσις, εως ἡ нагревание (ἔστι οὐχ ἡ θερμότης κίνησις, ἀλλ᾽ ἡ θ. Arst.).