DHonorare

  • Texts
    • Тре́бникъ
    • Bible
    • Letter of Aristeas
  • Search
  • Lexicon
    • Greek Lexicon
    • Church Slavonic lexicon
  • Frequencies
    • Frequencies wordforms
    • Frequencies lexemes
    • Statistic wordforms
  • Slavic dictionaries
    • Dyachenko G. Slavic dictionary
    • Sedakova O. Slavic dictionary
  • About
Mainpage > Lexicon > Greek > фига
 

φῠγά

φυγάδα

φυγάδας

φυγάδια

φῠγᾰδικόν

φῠγᾰδικός

φυγάδιον

φῠγᾰδοθήρας

φύγαδε

φυγαδεύεις

φυγαδεύω

φυγαδεύων

φυγαδεύοντες

φυγάδες

φυγαδεύσαντας

φυγαδευτήρια

φυγαδευτηρίῳ

φυγαδευτηρίων

φυγαδευτηρίου

Φιγαλία

Φιγαλεύς

θηγᾰλέος

θηγάνη

θηγάνω

φυγὰς

θυγάτηρ

θυγατράσιν

θυγατρὶ

θῠγατρῐδῆ

θῠγατρῐδοῦς

θῠγατρῐδέος

θῠγάτριον

θυγατρός

θύγατερ

θυγατέρα

θυγατέρας

θυγατέρων

θυγατέρες

Language: Greek

фига

Древнегреческо-русский словарь Дворецкого:
φῠγά
φῠγά (ᾱ) ἡ дор. = φυγή.
© ИА "ВОДА ЖИВАЯ". Проект "DHonorare", 2018-2025
Разработка сайта: Sajgak