οὔτ
οὖτᾰ
οὐτάζω
οὐτάμεν(αι)
οὐτάω
οὔτασκε
οὔταε
οὗτοι
οὐτῐδᾰνός
Οὔτιοι
οὗτινός
οὔτις
οὐτήσασκε
οὐτήτειρα
Οὕτω
οὕτω(ς)
οὗτος
οὑτοσί(ν)
οὔτε
οὕτερος
Lemmas:
In subcorpus: Show more ▼
Concordance: