Language: Greek

сингатадарфано

Древнегреческо-русский словарь Дворецкого:
συγκαταδαρθάνω
συγ-καταδαρθάνω (fut. συγκαταδαρθήσω, aor. 2 συγκατέδαρθον) вместе спать Arph.