κῐθάρη
κῐθᾰρίζω
κῐθᾰριζόμενον
κηθάριον
κίθᾰρις
κῐθαρίσδω
κῐθάρῐσις
κῐθάρισμα
κιθάρισον
κῐθᾰριστική
κῐθᾰριστικός
κῐθᾰριστής
κῐθᾰριστρίς