DHonorare

  • Texts
    • Тре́бникъ
    • Bible
    • Letter of Aristeas
  • Search
  • Lexicon
    • Greek Lexicon
    • Church Slavonic lexicon
  • Frequencies
    • Frequencies wordforms
    • Frequencies lexemes
    • Statistic wordforms
  • Slavic dictionaries
    • Dyachenko G. Slavic dictionary
    • Sedakova O. Slavic dictionary
  • About
Mainpage > Lexicon > Greek > идро
 

ἱδρῶ

ὑδροειδής

ὑδρόεις

ἵδρωμα

Ὑδρομέδουσα

ὑδρομέλαθρος

ὑδρόμελι

ὑδρονομέομαι

ἱδρόω

ὑδρωπιάω

ὑδρωπικός

ὑδροποιός

ὑδροποσία

ὑδροποτεῖν

ὑδροπότης

ὑδροποτέω

ὕδρωψ

ὑδρόρροια

ὑδρορρόα

ἱδρώς

ἱδρῶτι

ἱδρωτικῶς

ἱδρωτοποιέομαι

ἱδρωτοποϊίαι

ἱδρῶτος

ὑδροφόβας

ὑδροφοβία

ὑδροφόροι

ὑδροφορία

ὑδροφόρος

ὑδροφόρου

ὑδροφόρους

ὑδροφορέω

Ὑδρόχᾰρις

ὑδρόχῠτος

ὑδροχόος

Language: Greek

идро

Древнегреческо-русский словарь Дворецкого:
ἱδρῷ
ἱδρῷ эп. dat. к ἱδρώς.
Древнегреческо-русский словарь Дворецкого:
ἱδρῶ
ἱδρῶ эп. acc. к ἱδρώς.
© ИА "ВОДА ЖИВАЯ". Проект "DHonorare", 2018-2025
Разработка сайта: Sajgak