σταυρῷ
σταυροειδής
σταυροειδῶς
σταύρωμα
Σταυρὸν
σταυρόω
σταυρός
σταύρωσις
σταυροφᾰνῶς
Σταυρωθήτω
σταυροφόρος
Σταυρωθέντα
Lemmas:
In subcorpus: Show more ▼
Concordance: