ὁμίλει
ὁμιλία
ὁμιλίαν
ὁμιλίας
ὁμῑληδόν
ὁμηλῐκία
ὁμῆλιξ
ὁμίλημα
ὁμιλήσαντες
ὁμιλήσει
ὡμίλησεν
ὁμῑλητική
ὁμῑλητικός
ὀμῑλητής
ὁμιλείτω
ὁμῑλητός
ὁμιλεῖτε
Lemmas:
In subcorpus: Show more ▼
Concordance: