χειρὶ
χηρεία
χοιρίδιον
χειρῑδωτός
χειρίζω
χειριζόμενα
Χοιρίλ(λ)ος
χοιρίνη
χοίρειον
χείριος
χειρίς
χοιρίσκος
χειρισμός
Χειρίσοφος
χειριστής
χείριστος
Lemmas:
Parallel words:
In subcorpus: Show more ▼
Concordance: